Όχι δεν ήταν το ίδιο, το σκληρό και ιδιόρρυθμο αφεντικό της.
Θα ευχόταν χίλιες φορές να ήταν ο ίδιος και χειρότερος . Αυτό το βλέμμα, που τώρα την κοιτούσε, φάνταζε μπροστά της, αλλόκοσμο και επικίνδυνο. Αισθάνθηκε, τώρα ,έντονα την ανάγκη, να δραπετεύσει. Μπόρεσε να διαβάσει, τις πιο απόκρυφες πτυχές του ψυχισμού του. Και πάγωσε, σαν απροστάτευτο θήραμα, όταν άκουσε τα μουγκρητά των άγριων ενστίκτων της ψυχής του.”
” Οδηγώντας την ροκενρολιάρικη “Ρούλα” του, ακούγοντας το κομμάτι που έγραψε η ψυχή του. μέσα στους φωτεινούς και έρημους δρόμους της πόλης, μέσα από τα σκούρα πράσινα γυαλιά, που την νύχτα, πάντοτε φορούσε, έβλεπε να απλώνεται μπροστά του, η αληθινή του ζωή. Η ΖΩΗ ΠΟΥ ΠΟΤΕ ΤΟΥ ΔΕΝ ΕΦΤΑΣΕ “
“Σε κάποια στιγμή, ο Πέτρος, αποσύρθηκε και ήσυχα στάθηκε ακίνητος στην άκρη.Σκούπισε απότομα, εν τη γενέσει των δακρύων, τα υγρά του μάτια, εισέπνευσε βαθιά και κοίταξε προσηλωμένος, την εικόνα των δεκάδων πολύχρωμων καλικατζάρων, που χόρευαν σκανταλιάρικαμπροστά του. Έτσι του φάνηκαν, καθώς τους έβλεπε…. Κάτι σαν μικρά, παιχνιδιάρικα δαιμόνια…Αλλόκοσμοι αρλεκίνοι… Γλυκές, ρομαντικές καρικατούρες, φτιαγμένες από τα όνειρα,ενός έφηβου θεού. που τις γκρέμισε ο ίδιος, στην κόλαση του εδώ, στην ωριμότητα του.”
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.